Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2013

Απόσπασμα από την "απολογία" τού Wilhelm Furtwaengler


"I knew Germany was in a terrible crisis; I felt responsible for German music, and it was my task to survive this crisis, as much as I could. The concern that my art was misused for propaganda had to yield to the greater concern that German music be preserved, that music be given to the German people by its own musicians. These people, the compatriots of Bach and Beethoven, of Mozart and Schubert, still had to go on living under the control of a regime obsessed with total war. No one who did not live here himself in those days can possibly judge what it was like. Does Thomas Mann [who was critical of Furtwängler's actions] really believe that in 'the Germany of Himmler' one should not be permitted to play Beethoven? Could he not realize that people never needed more, never yearned more to hear Beethoven and his message of freedom and human love, than precisely these Germans, who had to live under Himmler’s terror? I do not regret having stayed with them."


«Ήξερα ότι η Γερμανία βρισκόταν σε τρομερή κρίση· ένιωθα υπεύθυνος για τη Γερμανική μουσική και ήταν καθήκον μου να επιβιώσω από αυτήν την κρίση, όσο μπορούσα.  Η έγνοια ότι η τέχνη μου χρησιμοποιείτο καταχρηστικά για προπαγάνδα, είχε να ζυγιστεί με τη μεγαλύτερη έγνοια, να διατηρηθεί η Γερμανική μουσική, να δοθεί στο Γερμανικό λαό από τους ίδιους της τους μουσικούς.  Αυτοί οι άνθρωποι, οι συμπατριώτες τού Μπαχ και τού Μπετόβεν, τού Μότσαρτ και τού Σούμπερτ, είχαν να συνεχίσουν να ζουν κάτω από τον έλεγχο ενός καθεστώτος εμμονικού με τον ολοκληρωτικό πόλεμο.  Κανένας που δεν έζησε εδώ, ο ίδιος, εκείνες τις ημέρες, δεν υπάρχει περίπτωση να αντιληφθεί πώς ήτανε.  Μπορεί να πιστέψει ο Τόμας Μαν* ότι στη “Γερμανία τού Χίμλερ” δεν επιτρεπόταν σε κάποιους να παίξουν Μπετόβεν;**  Δεν μπορεί να καταλάβει ότι άνθρωποι δεν χρειάστηκαν ποτέ περισσότερο, δεν λαχτάρησαν ποτέ περισσότερο, να ακούσουν Μπετόβεν και το μήνυμά του για ελευθερία και ανθρώπινη αγάπη, όσο αυτοί ακριβώς οι Γερμανοί που είχαν να ζήσουν κάτω απ’ τον τρόμο τού Χίμλερ;  Δεν μετανιώνω που έμεινα μαζί τους.»



*  Ο Τόμας Μαν ήταν επικριτικός απέναντι στις πράξεις τού Φουρτβένγκλερ.

**  Εννοεί την απαγόρευση στους (Γερμανο-) Εβραίους μουσικούς να συμμετέχουν σε ορχήστρες και να παίζουν γερμανική μουσική.     



Θεωρώ το παραπάνω, υποδειγματικό παράδειγμα τής διαφοράς μεταξύ πατριωτισμού και εθνικισμού.
Η ελληνική μετάφραση είναι δική μου. 



Διαβάστε:



Idom


4 σχόλια:

Αόρατη Μελάνη είπε...

Καλημέρα. :)

Δεν ξέρω τι άλλο έπραξε ο Φουρτβένγκλερ, πάντως ήξερε να την κουνάει (τη μπαγκέτα - όχι του ψωμιού, την άλλη ντε).

Κι εμένα με απασχολεί πολύ τελευταία η διάκριση εθνικισμού / πατριωτισμού. Ίσως γιατί φαντάζει ακόμη και στα ίδια μου τα μάτια όλο και πιο δονκιχωτική η απόφασή μου να μείνω στην πατρίδα μου και να μην επιτρέψω να με εκδιώξουν οι ανεγκέφαλοι καραγκιόζηδες που κάθονται και κλωσάνε χρυσά αυγά ώσπου να εκκολαφθούν και να τους φάνε.

Idom είπε...


Γεια σου Αόρατη!

Αυτό είναι πάντα ένα θέμα...
Όπως και το πιο γενικό, «τι κάνει η Δημοκρατία για να αμυνθεί από αυτούς που θέλουν να την καταλύσουν;»

Γενικά δεν μού αρέσουν τα «τσακίσματα». Φασιστικά πράγματα...

Η ελπίδα τής δυτικής ηθικής διανόησης είναι ότι μία σωστή Δημοκρατία, θα έχει αναθρέψει τους πολίτες της έτσι, ώστε λίγοι να καταλήξουν να είναι φασίστες και η κοινωνία (η χώρα) να μην εξάγει φασισμό (να μην ασκεί επεκτατισμό, να μην εκμεταλλεύεται ανθρώπους σε άλλες χώρες κ.λπ.).
Φαίνεται όμως ότι «πάντα», όσο καλή και αν είναι η Δημοκρατία (και ίσως ίσως, ακριβώς επειδή είναι καλή), κάποιοι, λίγοι άνθρωποι, ντε και καλά γίνονται λάτρεις των ακροτήτων – μεταξύ αυτών και των φασιστικών πρακτικών και ιδεολογιών. Ωστόσο, όταν είναι λίγοι, είναι πιο εύκολα και πιο ανώδυνα αντιμετωπίσιμοι. Οι τυχόν λαλακίες που θα κάνουν θα μπορούν να αντιμετωπιστούν από το κοινό ποινικό δίκαιο και με σχετικά ήπια καταστολή. Όχι «τσάκισμα». Και η ιδεολογία που θα πρεσβεύουν θα είναι απλά ένα νοητό κατασκεύασμα και το πολύ, θέμα για ακαδημαϊκή ανάλυση.

[
Και δεν ξεχνάω βέβαια, ότι και η ανατροφή των παιδιών (και των πολιτών) – και γενικότερα κάθε είδους παρέμβαση - φέρει ένα στοιχείο λάιτ φασισμού: ο Α οδηγεί τον Β σε αυτό που ο Α θεωρεί σωστό.
]

Η δική μας «δημοκρατία» (σωστότερα: το δικό μας «αυτό που έχουμε») είναι μία βαρύτατα κολοβωμένη και νοσούσα Δημοκρατία, ή μάλλον είναι «ένα κάτι» με λίγα στοιχεία δημοκρατίας.
Φτάσαμε εδώ που φτάσαμε λοιπόν και τώρα, ναι, η ανάγκη τσακίσματος δείχνει σχεδόν μονόδρομος. Όμως, υπό αυτήν την κατάσταση, αποκλείεται να γίνει σωστά και αποκλείεται να μην αφήσει μεγάλες πληγές και κακά σπέρματα και στους εν δικαίω τσακιστές.

Ευτυχώς πάντως, οι ειρηνιστές έχουν ένα μεγάλο ιστορικό παράδειγμα να επισείουν: τον Γκάντι και την παθητική αντίσταση.


Η άλλη μου, πιο απλά απάντηση είναι «κάθε πράμα με την ώρα του». Όπως και το τσάκισμα.
Και να μην ξεχνάμε τα λόγια τού Τεχ:

«Να μάθετε καλύτερα πώς να προστατεύετε παρά πώς να καταστρέφετε. Να προτιμάτε να αποφεύγετε από το να ελέγχετε, να ελέγχετε από το να πληγώνετε, να πληγώνετε από το να ακρωτηριάζετε, να ακρωτηριάζετε παρά να σκοτώνετε... γιατί κάθε ζωή είναι πολύτιμη και τίποτα δεν μπορεί να την αντικαταστήσει».
(βλ.: http://genikhsxrhshs.blogspot.gr/2010/01/blog-post_19.html )

Idom

Αόρατη Μελάνη είπε...

ή αλλιώς, όπως είπε και ο Γκάνταλφ στο Φρόντο, κάπου στο ξεκίνημα του "Άρχοντα των δαχτυλιδιών", όταν ο Φρόντο είπε ότι δε νιώθει συμπόνια για το Γκόλουμ και ότι κατά τη γνώμη του αξίζει να πεθάνει:

“Deserves death! I dare say he does. Many that live deserve death. And some that die deserve life. Can you give it to them? Then do not be too eager to deal out death in judgement. For even the very wise cannot see all ends.”

Idom είπε...


Ναι, ναι! Θεωρήθηκε τόσο καλό, ώστε το περιέλαβαν και στην ταινία.

Στο αναμεταξύ η συζήτηση (μας) έγινε οδυνηρά επίκαιρη...

Idom